ΕΦ. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ 7/2/2020
Υπό τη σκέπη του Σπηλαίου και της Παναγίας
Aπό το Σούβαρδο στα
Τσουκαλαίικα, μια ιστορία 190 ετών, με πνευματικό οδηγό και προστάτη τον Αγ.
Χαράλαμπο
Δεκαετίες μετά την επανάσταση του ’21, κάτοικοι
από τα ορεινά Καλάβρυτα μετακινούνται προς τα πεδινά, προς ευνοϊκότερα κλίματα
και συνθήκες ζωής. Η ανασφάλεια και η βαριά φορολογία των τούρκων δεν αποτελούν
πλέον ανασχετικό παράγοντα...
Σουβαρδίτες εγκαταλείπουν τα 1.250 υψόμετρο και εγκαθίστανται στην
περιοχή ‘Τσουκαλά’, 14 χλμ. νοτίως των Πατρών, περιοχή η οποία, κατά την
απογραφή των Βενετών το 1700 (Grimani), αναφέρεται ως «Ζουκαλά» και
επισημαίνεται ότι κατοικούσαν έξι οικογένειες.
Ο Γ. Παπανδρέου στην Ιστορία των Καλαβρύτων (επανέκδοση, σελ.
276) αναφέρει ότι «Αι δύο πρώην ανθηραί κώμαι Βραχνί και Σούβαρδον…
εγκαταληφθείσαι ήδη δεν αναφέρονται εν τη απογραφή του 1920. Διότι οι μεν
βραχναίοι συνώκισαν την πολίχνηνα Αγ. Βασίλειον ή Βραχνέικα… εν τω τέως δήμω
Πατρέων… οι δε Σουβαρδαίοι ωσαύτως συνώκισαν εν τω πρ. δήμω Πατρέων την
κοινότητα Τσουκαλέικα…».
Το 1828 Σουβαρδίτες γεωργοί κτίζουν τα πρώτα σπίτια και ξεκινούν την
καλλιέργεια της σταφίδας ενώ το 1842 πραγματοποιείται μαζική μετακίνηση των
κτηνοτρόφων («τα κτήνη και οι βόες») και το χωριό έξω από την Πάτρα αναφέρεται
ως 'Σουβαρδέικα'.
Στο Λεξικό του ο Τριανταφύλλου επισημαίνεται ότι ο Πουκεβίλ
είχε μεταφέρει το όνομα του χωριού ως «Σουβαλά» αλλά μάλλον λανθασμένα διότι το
όνομα ήταν ‘Τσουκαλά’. Οι Σουβαρδιώτες μετοικούν στο «Πάνω Χωριό» καθώς
παραλιακά υπάρχουν άλλοι από Αρκαδία και Κορινθία.
«Οι Σουβαρδιώτες αρχικά επέλεξαν τις παρυφές του βουνού (Βραχνί),
για να εγκατασταθούν και αυτό έγινε για λόγους προφύλαξης από επικείμενες
επιθέσεις (τοπική μαρτυρία). Ωστόσο, υπήρξαν και κάποιοι που κατοίκησαν στην
παραλιακή ζώνη της περιοχής ‘Τσουκαλά’ από την αρχή» αναφέρει ο ιστορικός των
Καλαβρύτων Αθανάσιος Τζωρτζής. Αρχικά οι κάτοικοι μετακινούνταν στον
οικισμό μόνο τους χειμερινούς μήνες και το καλοκαίρι επέστρεφαν στο Σούβαρδο,
γι’ αυτό παρατηρείται μείωση του πληθυσμού στην απογραφή του 1896 που έγινε
καλοκαίρι…» αναφέρει ο Θ. Λουλούδης.
Το παλαιό τοπωνύμιο επικρατεί και τα Τσουκαλέικα εμφανίζονται στην
πρώτη απογραφή του 1889. Τι 1919 ορίζονται ως αυτόνομη κοινότητα, με το Θεριανό
και αργότερα αναφέρονται οριστικά ως «Τσουκαλαίικα».
Ο παλαιός ναός του Αγίου Χαραλάμπους κτίσθηκε στις αρχές του 19ου
αιώνος από κατοίκους που κατέβηκαν από το Σούβαρδο των και οι οποίοι ευλαβούντο
τα ιερά λειψάνα του αγίου που φυλάσσονται στη μονή Μεγάλου Σπηλαίου.
«Η επίδραση του Μ. Σπηλαίου στην ζωή και την ανάπτυξη του Σούβαρδου
υπήρξε πολύπλευρη, αρχικά τα όρια του χωριού γειτνίαζαν βόρεια με τα σύνορα της
Μονής» σύμφωνα με τον εκπαιδευτικό Αθανάσιο Μπιλιανό, συγγραφέα του
ιστορικού του Αγ. Χαραλάμπους των Τσουκαλαιίκων.
Εκτός από τη διαχρονική πνευματική σχέση ως μονή μετανοίας των
κατοίκων αλλά και εκμάθησης των γραμμάτων, το Σπήλαιο διέθετε και τις εκτάσεις
του στους κατοίκους ώστε να υποστηρίζει την επιβίωση της κοινότητας.
Μετά τη μετοίκηση στα Τσουκαλαίκα, πολλοί κληρικοί της Μονής διέμεναν
επί μακρόν στον οικισμό ενώ στο κοιμητήριο των Τσουκαλαιίκων έχουν ταφεί οι
γέροντες της Μονής Αρχιμανδρίτης Αγαθόδωρος Παπαγεωργόπουλος (+1920), Κλεόνικος
Γεωργίου (+1924) και Χρύσανθος Αντωνιάδης (+1928). Πέραν αυτών, στα Τσουκαλαίικα
μνημονεύεται ιδιαίτερως για την προσφορά του και ο Μεγαλοσπηλαιώτης μοναχός
Ακάκιος Παπανικολόπουλος.
Το άφθαρτο αριστερό χέρι του Αγίου Χαραλάμπους καθώς και η θαυματουργή
Παναγία Μεγαλαιοσπηλαιώτισα του Ευαγγελιστού Λουκά μεταφέρθηκαν πολλές φορές
στα Τσουκαλαίικα κατά την ιστορία των 180 ετών του οικισμού.
Πριν το πλήγμα του
σεισμού...
Ο Αρχιμανδρίτης Ανθιμος Δρίτσας, ιδρυτής και ηγούμενος σήμερα της
Μονής Γαλακτροφούσης Μεγάρων, ήταν ο τελευταίος Μεγαλαιοσπηλαιώτης που μετέφερε
άγια λείψανα στον οικισμό Τσουκαλαιίκων.
«Ο Αγιος Χαράλαμπος Τσουκαλαιίκων, από την ίδρυσή του και για
αρκετές δεκαετίες, αποτέλεσε πραγματικό κάθισμα του Μεγάλου Σπηλαίου στην Αχαϊα
μεταφέροντας στον κόσμο το μοναστηριακό ήθος» επισημαίνει στο ιστορικό του
ναού ο κ.Μπιλιανός.
Πρώτος εφημέριος του Αγίου Χαραλάμπους των Τσουκαλαιίκων, μετά την
ίδρυση της ενορίας το 1914, έως και το 1943 ήταν ο π. Νικόλαος Παπαγεωργόπουλος
(+1946) με καταγωγή από το Σούβαρδο. Ακολούθησαν οι Χαρίλαος Παπαντωντόπουλος
(1944-1985) που είναι και ο μακροβιότερος εφημέριος (+2002), Αντώνιος
Ρουμελιώτης (1986-1987), Ιωάννης Κανελλόπουλος (1988-1991) Παναγιώτης
Καραγιάννης (1991-1993), Χρήστος Γκόλφης (1993-2001) και Δημήτριος Βαβίλης
(2002-2005). Επί ημερών του π. Χρήστου ολοκληρώθηκε η αγιογράφηση του παλαιού
ναού, ευτρεπίστηκε η εκκλησία και λειτούργησε το Πνευματικό της Κέντρο.
Τον Δημήτριο διαδέχθηκε την περίοδο 2005-2006 ο π. Πολύκαρπος
Τσιμιτσός, ιερομόναχος ο οποίος και οργάνωσε περεταίρω την ενορία με εντολή του
σεβ. Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου.
Από το 2006 έως και σήμερα στον Αγιο Χαράλαμπο διακονεί ο π. Δημήτριος
Μπιλιανός καθώς ο αρχιμανδρίτης π. Πολύκαρπος τοποθετήθηκε προϊστάμενος στον
ιερό ναό της Αγίας Φωτεινής στα Προσφυγικά.
Μετά το σεισμό…
Ο π. Δημήτριος ήταν το τελευταίος που λειτούργησε στο ναό πριν το
κτύπημα των 6,5R της 8ης Ιουνίου του 2008 και ο πρώτος ιερέας που μπήκε στο νέο
λαμπρό εκκλησιαστικό οικοδόμημα, την Κυριακή 12 Ιουνίου του 2016, με τον
Σεβασμιώτατο κ.κ. Χρυσόστομο, αμέσως μετά τα εγκαίνια του μεγαλοπρεπούς νέου
ναού.
«Το πρωί λειτουργήσαμε στον ναό και τι μεσημέρι δεν είχαμε εκκλησία!
Τη ώρα εκείνη που βρεθήκαμε στον κατεστραμμένο ναό είχε φθάσει και ο
Μητροπολίτης μας, πρώτος, για να μας δώσει κουράγιο. ‘Όλα θα πάνε καλά’ μας
είπε ο Σεβασμιώτατος και τελικά έτσι έγινε, όπως μας είχε πει" αναφέρει ο π. Δημήτριος.
Παρά το κτύπημα του Εγκέλαδου, οι πνευματικές δραστηριότητες του ναού
δεν διακόπηκαν ούτε μια μέρα! Αρχικά και επί τρεις μήνες, οι θείες λειτουργίες
γίνονταν υπαίθρια! Γάμοι, βαπτίσεις και κηδείες, κατά την περίοδο του
καλοκαιριού του ’08, στην πλατεία, μέχρις ότου επισκευαστεί ο κοιμητηριακός
ναός.
Υπαίθρια τελέσθηκε η κηδεία του εκλιπόντος ενορίτη Γεωργίου Βλάχου
(11/6/2008), ο γάμος των Παναγιώτη Ανδιόπουλου και Γεωργίας Φατούρου
(14/6/2008) καθώς και η βάπτιση του Νικολάου Χ. Κλαμπανά.
Η ενορία απέδειξε στη δύσκολη εκείνη περίοδο ότι η εκκλησία, ως
ευχαριστιακή κοινότητα, "Σημαίνεται δέ ἐντοῖς μυστηρίοις" (Αγ. Νικόλαος Καβάσιλας).
Στο σημείο που κατασκευάστηκε ο νέος ναός βρέθηκαν, κατά την εκσκαφή
των θεμελίων, αρχαία τα οποία και καθυστέρησε γα μια διετία την έναρξη των
εργασιών.
(Ευχαριστούμε τον
πρωτοπρεσβύτερο π. Δημήτριο Μπιλιανό καθώς και τον ιστορικό Αθανάσιο Τζωρτζή
για την παροχή υλικού για το Αφιέρωμα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου